Το πόκερ αποτελεί ένα από τα αγαπημένα live παιχνίδια των παικτών, τόσο στα επίγεια, όσο και στα νόμιμα online casino live. Οι παραλλαγές πόκερ είναι πολλές, ενώ «πλούσια» είναι και η ορολογία, την οποία πρέπει να γνωρίζει ο καθένας πριν καθίσει σε ένα τραπέζι.
Το να καταλαβαίνει κανείς την ορολογία του πόκερ, αλλά και να μπορεί να επικοινωνεί με τους άλλους παίκτες είναι και αυτό μέρος του παιχνιδιού και με τον καιρό αποκτά και αυτό την σημασία του.
Το casinoslot.gr, σας παρουσιάζει ένα πλήρες λεξικό πόκερ, ώστε να γνωρίζετε ό,τι χρειάζεστε πριν ξεκινήσετε μία παρτίδα.
Aces Full – Φουλ του Άσσου: Τρεις άσσοι με ένα οποιοδήποτε άλλο ζευγάρι.
Ace-High – Μεγαλύτερο φύλλο Άσσος: Όταν δεν υπάρχει ζεύγος, χρώμα ή κέντα και το μεγαλύτερο φύλλο είναι άσσος.
Aces Up – Ζευγάρια – Άσσοι: Ο τελικός συνδυασμός που περιλαμβάνει δύο ζευγάρια, ένα εκ των οποίων είναι Άσσοι.
Action: Η σειρά κάποιου να παίξει / Να στοιχηματίσει κάποιος ή να αυξήσει το ποντάρισμα / Ο όρος χρησιμοποιείται, επίσης, για να περιγράψει ένα παιχνίδι με πολλά πονταρίσματα.
Active Player – Ενεργός Παίκτης: Κάθε παίκτης που είναι ακόμα στην παρτίδα
Add-on – Πρόσθετες μάρκες: Η αγορά μαρκών (μη υποχρεωτική) στην λήξη της περιόδου επαναγοράς μαρκών (rebuy) κατά την διάρκεια ενός τουρνουά
Ante: Είναι το ποσό που πρέπει να ποντάρουν όλοι οι παίκτες υποχρεωτικά πριν από την έναρξη μίας παρτίδας.
All-in (Ρέστα): Όταν ένας παίκτης τοποθετεί όλες τις μάρκες του στο τραπέζι.
American Airlines: Δύο Άσσοι
Backdoor: Όταν ένας παίκτης καταφέρνει νικηφόρο συνδυασμό στο «turn» και το «river». Για παράδειγμα, αν υπάρχει μία «κούπα» στο τραπέζι και ο παίκτης έχει δύο ακόμη στα χέρια του και εμφανιστούν δύο επιπλέον στο «turn» και το «river», τότε ο παίκτης κάνει backdoor φλος.
Bad Beat: Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία παρτίδα την οποία χάνει ένας παίκτης που στατιστικά είχε τις περισσότερες πιθανότητες από τους αντιπάλους του να την κερδίσει.
Belly Buster / Gut shot straight: Το να κάνει κανείς( ή «κυνηγάει» να κάνει) κέντα όταν του λείπει ενδιάμεσο φύλλο (“Σφήνα”).
Bet – Ποντάρισμα: Το να βάλει κανείς μάρκες στο κέντρο του τραπεζιού.
Bicycle/Wheel: Η κέντα: A-2-3-4-5, π.χ.
Big Blind: Προκαθορισμένο ποσό που τοποθετείται υποχρεωτικά, από τον παίκτη που βρίσκεται δύο θέσεις αριστερά του ντίλερ, πριν μοιραστούν τα φύλλα στους παίκτες. Ισούται με το ποσό του ελάχιστου ορίου πονταρίσματος σε ένα παιχνίδι.
Big Slick: Το φύλλο Α-Κ (άσος-ρήγας)
Blind: Είναι τα «τυφλά» πονταρίσματα που υποχρεούνται να τοποθετήσουν οι παίκτες που κάθονται αριστερά του dealer πριν από την έναρξη μίας παρτίδας. Ο πρώτος από αριστερά βάζει το small blind και ο δεύτερος το big blind.
Bluff – Μπλόφα: Tο ποντάρισμα που έχει στόχο να αναγκάσει σε πάσο αντίπαλο ή αντιπάλους που κρατάνε καλύτερο συνδυασμό από τον δικό μας. Ο παίκτης που “μπλοφάρει” ελπίζει ότι οι αντίπαλοι θα φοβηθούν ότι χάνουν και θα πάνε πάσο, ενώ έχουν καλύτερο φύλλο.
Board cards / Community Cards – Κοινά φύλλα: Τα φύλλα που μοιράζονται ανοιχτά στο κέντρο του τραπεζιού και χρησιμοποιούν όλοι οι παίκτες.
Bottom Pair: Όταν ένας παίκτης χρησιμοποιεί το μικρότερο από τα κοινά φύλλα και ένα δικό του για να κάνει ένα ζεύγος.
Broadway Straight: Η κέντα στον άσσο, π.χ.
. Αντίστοιχα, “Broadway Cards” λέμε τα φύλλα που συμμετέχουν σε αυτήν την κέντα.
Bubble: Χαρακτηρίζει τις θέσεις τερματισμού σε τουρνουά, που κερδίζουν χρηματικά έπαθλα. Bubble boy: ο παίκτης που τερματίζει μία θέση πριν τα χρηματικά έπαθλα. Για παράδειγμα, αν σε ένα τουρνουά αποκομίζουν βραβεία οι πρώτοι 30, αυτός που βρίσκεται στην 31η θέση είναι γνωστός ως «the bubble boy».
Bullets: Δύο Άσοι.
Burn: Η απόρριψη από τον παίκτη που μοιράζει (ή τον ντίλερ) του πρώτου φύλλου πριν από την έναρξη ενός νέου γύρου.
Button: Η θέση του dealer. Σημειώνεται συνήθως από ένα πλαστικό δισκίο που βρίσκεται μπροστά στον dealer. Πρόκειται για μία σημαντική παράμετρο του παιχνιδιού, καθώς σηματοδοτεί ποιοι θα βάλουν τα blinds, ενώ ο dealer παίζει τελευταίος σε κάθε παρτίδα. Στο τέλος κάθε παρτίδας, το δισκίο περνά στον επόμενο παίκτη, σύμφωνα με τη φορά των δεικτών του ρολογιού.
Buy-in: Το ελάχιστο ποσό που πρέπει να καταβάλλει κάποιος για να πάρει μέρος σε συγκεκριμένα τραπέζια ή τουρνουά.
Call: Ο παίκτης δηλώνει ότι «βλέπει» το ποσό που έχει πονταριστεί και τοποθετεί το ίδιο ποσό μένοντας στο παιχνίδι χωρίς ωστόσο να αυξήσει το ποντάρισμα.
Cash Out: Όταν ένας παίκτης φεύγει από το παιχνίδι και μετατρέπει τις μάρκες του σε χρήματα.
Check: Το γνωστό σε όλους μας «ντούκου». Όταν δεν έχει ποντάρει κανείς αντίπαλος από τις προηγούμενες θέσεις, ο παίκτης αποκτά το δικαίωμα να μην ποντάρει κάνοντας «τσεκ», δίνοντας το δικαίωμα δράσης στον επόμενο παίκτη.
Check-Raise: Όταν σε ένα γύρο πονταρίσματος ένας παίκτης πρώτα κάνει «τσεκ» («ντούκου») και στον ίδιο γύρο, αφού κάποιος αντίπαλος ποντάρει μετά από αυτόν, αυξάνει με τη σειρά του το ποντάρισμα. Ο παίκτης κάνει «τσεκ», δηλώνοντας αδυναμία, με την πρόθεση όμως να μείνει στο παιχνίδι αυξάνοντας το ποντάρισμα του αφού πρώτα ποντάρει κάποιος άλλος παίκτης.
Cold Call: Όταν ένας παίκτης κάνει «call» σε δύο ή περισσότερα πονταρίσματα. Αν σε ένα pot έχουν υπάρξει πονταρίσματα και στη συνέχεια έχει γίνει «raise», ο παίκτης που δεν έχει δράσει ως τώρα και κάνει «call», λέγεται ότι κάνει “cold call”.
Collusion: Όταν δύο ή παραπάνω παίκτες συνωμοτούν, ανταλλάσσοντας πληροφορίες για τα κρυφά τους φύλλα χωρίς να το καταλαβαίνουν οι άλλοι συμμετέχοντες στο παιχνίδι, με σκοπό να παίζουνε με πλεονέκτημα. Πρόκειται για άκρως παράνομη συμπεριφορά που τιμωρείται.
Connectors: Με τον όρο αυτό περιγράφονται δύο διαδοχικά φύλλα σε αξία, όπως για παράδειγμα το 3 και το 4 ή J και Q.
Community Cards: Τα φύλλα που έχουν ανοιχθεί στο κέντρο του τραπεζιού και είναι διαθέσιμα σε όλους τους παίκτες.
Counterfeit: Πρόκειται για ένα ανοιχτό φύλλο στο τραπέζι που ακυρώνει σε μεγάλο βαθμό τα φύλλα που κρατά ένας παίκτης στα χέρια του. Για παράδειγμα, αν ένας παίκτης έχει δύο εξάρια στα χέρια του και στο τραπέζι υπάρχουν Άσσος-Άσσος-7-9 και ανοίξει ένα ακόμη εφτάρι, τότε, ουσιαστικά, ακυρώνονται τα εξάρια που έχει o παίκτης, αφού ο καλύτερος συνδυασμός που μπορεί να δηλώσει πλέον είναι τα 5 φύλλα που έχουν ανοίξει στο τραπέζι.
Cowboys: Δύο Ρηγάδες
Cut-off: Είναι η θέση δεξιά από τον παίκτη με το dealer button.
Dealer: Είναι ο παίκτης που μοιράζει τα χαρτιά και μιλάει τελευταίος σε κάθε γύρο.
Dead Man’s Hand: Δύο ζευγάρια – Άσσοι και οχτάρια (ο Wild Bill Hickock πυροβολήθηκε στην πλάτη παίζοντας αυτό το φύλλο)
Doyle Brunson Hand: Φύλλο στο χέρι στο παιχνίδι του Τέξας Χόλντεμ που απαρτίζεται από 10 και 2 (ο Brunson κέρδισε δύο συνεχόμενα Παγκόσμια Πρωταθλήματα, κρατώντας στην τελευταία παρτίδα αυτά τα φύλλα).
Draw: Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση κατά την οποία δεν έχουμε κάποιον έτοιμο συνδυασμό, αλλά έχουμε πιθανότητες να ολοκληρώσουμε κάποιον καλό συνδυασμό, με το άνοιγμα κάποιον συγκεκριμένων φύλλων. Χρησιμοποιείται συνήθως όταν έχουμε 4 φύλλα για χρώμα και θέλουμε ένα ακόμα για να το ολοκληρώσουμε, ή στην αντίστοιχη κατάσταση με κέντα.
Draw Out: Όταν ένας παίκτης παίρνει ένα φύλλο που αυξάνει τις πιθανότητές του να κερδίσει.
Drawing Dead: Όταν ένας παίκτης περιμένει μάταια το φύλλο ή τα φύλλα που θα του επιτρέψουν να κάνει έναν νικηφόρο για αυτόν συνδυασμό.
Ducks: Ζευγάρι δυάρια (2-2)
Deuce: Το φύλλο δύο (2)
Deuces: Ζευγάρι δυάρια (2-2)
Early Position: Είναι οι 4 θέσεις στη σειρά πονταρίσματος, ακριβώς αριστερά από αυτόν που μοιράζει («ντίλερ»). Σε αυτές τις θέσεις ο παίκτης καλείται να ποντάρει πριν μάθει κάτι για τις προθέσεις των άλλων παικτών.
Face Cards – Picture Cards: Οι Φιγούρες (Βαλές, Ντάμα, Ρήγας)
Flop: Πρόκειται για το γύρο που ανοίγουν τα τρία πρώτα κοινά φύλλα στο τραπέζι.
Flush: Το χρώμα αποτελείται από οποιαδήποτε πέντε φύλλα του ίδιου σχήματος, αλλά όχι σε σειρά, όπως
– Το παράδειγμα αποτελείται από πέντε χαρτιά στις κούπες και ονομάζεται «χρώμα στον άσσο».
Flush Draw: Όταν ένας παίκτης έχει τέσσερα φύλλα του ίδιου σχήματος και περιμένει ακόμα ένα για να πραγματοποιήσει το «χρώμα»
Fold: Δράση κατά την οποία ο παίκτης αποφασίζει να μην δει/ακολουθήσει το υπάρχον ποντάρισμα και αποσύρεται από το παιχνίδι και δεν διεκδικεί πλέον τα πονταρισμένα. Fold κάνει ο παίκτης όταν θεωρεί ότι το φύλλο του είναι πολύ κακό.
Four of a kind: Το “Καρέ”. Ο συνδυασμός με τέσσερα φύλλα ίδιας αξίας μαζί με οποιοδήποτε πέμπτο φύλλο. Για παράδειγμα
είναι “Καρέ του 7”.
Fourth Street: Έτσι λέγεται το τέταρτο κοινό φύλλο που μοιράζεται και σηματοδοτεί την έναρξη του τρίτου γύρου πονταρίσματος.
Full House: Το φουλ είναι συνδυασμός που αποτελείται από τρία ίδια φύλλα και ένα ζευγάρι άλλων καρτών, όπως:
– Η ονομασία του προκύπτει από τα τρία φύλλα ίδιου αριθμού που περιλαμβάνει. Στο παραπάνω παράδειγμα είναι «φουλ του έξι με άσους»
Gutshot: Η “Σφήνα” όταν κάποιος κυνηγάει Κέντα ενώ του λείπει ενδιάμεσο φύλλο.
Hand: Ο συνδυασμός των πέντε καλύτερων φύλλων ενός παίκτη. Μπορεί να αναφέρεται επίσης, στα δύο φύλλα που κρατάει ο παίκτης στο χέρι του.
Hand-for-hand: Η διαδικασία που ακολουθείται στα τουρνουά πολλών τραπεζιών (multi table tournaments), όταν μένει να αποκλειστούν 1, 2 ή 3 παίκτες ακόμα, πριν οι υπόλοιποι εξασφαλίσουν χρηματικά έπαθλα (πριν το bubble). Κατά τη διάρκεια του Hand-for-Hand, κάθε τραπέζι παίζει μία παρτίδα και δεν ξεκινάει η επόμενη πριν ολοκληρωθεί σε όλα τα τραπέζια η συγκεκριμένη παρτίδα. Σκοπό έχει την αποφυγή σκόπιμων καθυστερήσεων από παίκτες, που θέλουν να εκμεταλλευτούν τον αποκλεισμό άλλων παικτών σε άλλα τραπέζια, νωρίτερα χρονικά από τον δικό τους.
Heads-up: Όταν απομένουν μόνο δύο παίκτες, είτε για τη διεκδίκηση της παρτίδας, είτε για την ανάδειξη του τελικού νικητή ενός τουρνουά.
High roller: Ο παίκτης που παίζει σε πολύ υψηλά όρια (stakes).
Hold ’em – Texas Hold’em: Το πλέον διαδεδομένο παιχνίδι του πόκερ παγκοσμίως. Αυτό το παιχνίδι είναι που αναδεικνύει τον παγκόσμιο πρωταθλητή του πόκερ ετησίως στο γνωστό τουρνουά «World Series of Poker, Main Event»). Γενικοί Κανόνες: Ο κάθε παίκτης παίρνει από δύο φύλλα στην αρχή της παρτίδας και θα ανοίξουν συνολικά πέντε κοινά φύλλα στο κέντρο του τραπεζιού, ορίζοντας τέσσερις γύρους πονταρίσματος. Ο καλύτερος συνδυασμός πέντε φύλλων από τα συνολικά επτά που υπάρχουν στη διάθεση του κάθε παίκτη, κερδίζει την παρτίδα και παίρνει τα πονταρισμένα χρήματα/μάρκες.
Hole Cards: Είναι τα κρυφά φύλλα του κάθε παίκτη, τα οποία δεν μπορούν να δουν οι αντίπαλοι.
Inside Straight: Το ίδιο με το “Gutshot”. Τέσσερα φύλλα που χρειάζονται άλλο ένα (ενδιάμεσο φύλλο) για να πραγματοποιήσουν «κέντα» (πέντε φύλλα στη σειρά).
Kicker: Είναι το φύλλο που καθορίζει τον τελικό νικητή σε περίπτωση που δύο παίκτες έχουν τον ίδιο συνδυασμό.
Kojak: Το φύλλο Ρήγας – Βαλές στο χέρι του παίκτη στο Texas Hold’em
Ladies: Δύο Ντάμες
Late Position: Έτσι λέγονται οι δύο θέσεις δεξιά από αυτόν που μοιράζει (τον «ντίλερ»). Σε αυτές τις θέσεις, ο παίκτης καλείται να αποφασίσει τί θα κάνει αφού έχουν παίξει οι περισσότεροι παίκτες στο τραπέζι.
Limit Poker / Fixed Limit Poker: Είδος του πόκερ, με προκαθορισμένο μέγεθος και αριθμό πονταρισμάτων.
Limp: Όταν πριν από το flop γίνεται call του big blind αντί για raise.
Live Hand / Live Cards: Το φύλλο που διατηρεί πιθανότητα νίκης.
Loose: Χαρακτηρισμός στυλ παιχνιδιού. Περιγράφει τον παίκτη που συμμετέχει σε πολλές παρτίδες.
Main Pot: Όταν κάποιος παίκτης παίζει τα ρέστα του (all-in) ενώ δεν έχουν ολοκληρωθεί όλοι οι γύροι πονταρίσματος και υπάρχουν παίκτες με διάθεση να συνεχίσουν να ποντάρουν, το κάνουν αυτό σε ξεχωριστό ποτ (side pot), το οποίο διεκδικούν οι παίκτες που παραμένουν στο παιχνίδι, εκτός του παίκτη που έχει παίξει τα ρέστα του. Το κεντρικό ποτ λέγεται main pot και εκ νέου πονταρίσματα μπαίνουν σε side pot.
Maniac: Ο πολύ επιθετικός παίκτης που συμμετέχει σε μεγάλο αριθμό παρτίδων και αυξάνει συχνά τα πονταρίσματα.
Middle Pair: Όταν ο παίκτης με το άνοιγμα του φλοπ, πραγματοποιεί ένα ζεύγος με ένα από τα φύλλα του και το μεσαίο από τα κοινά. Παράδειγμα: Τα δύο φύλλα που έχουν μοιραστεί στον παίκτη είναι: 8 και 9 . Το φλοπ που ανοίγει αποτελείται από: 3, 8 και Βαλέ. Ο παίκτης έχει Middle pair (μεσαίο ζευγάρι), τα 8άρια, καθώς το 8 είναι το μεσαίο φύλλο από τα 3 κοινά.
Middle Position: Μεταξύ των πρώτων και τελευταίων θέσεων σε ένα γύρο πονταρισμάτων (Σε τραπέζι δέκα θέσεων, είναι η πέμπτη, έκτη και έβδομη θέση από αριστερά του «ντίλερ»)
Minimum Buy-In: Το ελάχιστο ποσό που πρέπει να έχει κανείς για να πάρει μέρος σε συγκεκριμένα τραπέζια.
Monster: Πολύ μεγάλης αξίας (κατάταξης) φύλλο.
Muck: Όλα τα φύλλα που έχουν «καεί» σε μία παρτίδα.
No Limit: Παιχνίδι του πόκερ, στο οποίο οι παίκτες μπορούν να ποντάρουν όποιο ποσό επιθυμούν σε κάθε γύρο πονταρίσματος. Ο κάθε παίκτης μπορεί να ποντάρει μέχρι όσα έχει μπροστά του. Σε κανένα παιχνίδι πόκερ όμως δεν επιτρέπεται ο παίκτης να “φέρει” επιπλέον χρήματα ενώ βρίσκεται στη μέση της παρτίδας. Το ανώτατο όριο δηλαδή είναι όσα έχει μπροστά του στο τραπέζι ο κάθε παίκτης και αν δεν φτάνουν για να καλύψει ένα ποντάρισμα, συνεχίζει να παίζει για όσα έχει αυτός, δεν αποκλείεται από την παρτίδα όπως παρουσιάζεται σε κινηματογραφικές ταινίες.
Nuts: Είναι το καλύτερο δυνατό φύλλο που μπορεί να έχει ένας παίκτης σε μία δεδομένη στιγμή του παιχνιδιού.
Odds: Η πιθανότητα του παίχτη να πραγματοποιηθεί το απαιτούμενο φύλλο
Off-suit: Πρόκειται για δύο φύλλα διαφορετικού χρώματος (στο πόκερ “χρώμα” λέμε τις κούπες, τα καρό, τα σπαθιά και τα μπαστούνια και όχι τη διάκριση “κόκκινο-μαύρο”.
Omaha: Πρόκειται για μία παραλλαγή του πόκερ, στην οποία ο παίκτης έχει τέσσερα κρυφά φύλλα και πρέπει να χρησιμοποιήσει δύο από αυτά σε συνδυασμό με τρία από τα πέντε φύλλα που είναι ανοιχτά στο τραπέζι προκειμένου να φτιάξει το χέρι του.
Open-end Straight Draw: Τέσσερα διαδοχικά φύλλα που χρειάζονται άλλο ένα για να πραγματοποιηθεί η κέντα. Παράδειγμα: Αφού ανοίξει το φλοπ, έχετε 4-5-6-7 και χρειάζεστε να ανοίξει ή ένα 3 ή ένα 8 για να κάνετε κέντα. Σε αυτήν την κατάσταση λέγεται ότι έχετε μια πιθανότητα για κέντα πάνω-κάτω (open-end straight draw)
Open-handed: Πρόκειται για τα live παιχνίδια στα οποία κάποια από τα φύλλα του κάθε παίκτη είναι ανοιχτά.
Over-pair: Ένα ζευγάρι που έχει μεγαλύτερη αξία από τα φύλλα που είναι ανοιχτά στο τραπέζι.
Orbit: Όταν κάθε παίκτης στο τραπέζι έχει κάνει από μία φορά τον dealer.
Outs: Πρόκειται για τα φύλλα που έχουν απομείνει στην τράπουλα και τα οποία μπορούν να βελτιώσουν το χέρι ενός παίκτη.
Over-cards: Πρόκειται για τα φύλλα ενός παίκτη τα οποία έχουν μεγαλύτερη αξία από τα φύλλα που βρίσκονται στο τραπέζι.
Paints: Οι Φιγούρες (Βαλές, Ντάμα, Ρήγας)
Pair: Οποιαδήποτε δύο φύλλα της ίδιας αξίας. Σαν τελικός συνδυασμός πέντε φύλλων, το «ενα ζευγάρι» εννοεί ότι τα υπόλοιπα τρία φύλλα, δεν έχουν σχέση με τα άλλα δύο ώστε να σχηματίσουν κάποιο από τα υψηλότερα σε κατάταξη φύλλα:
– είναι ένα ζευγάρι ρηγάδων.
Picture Cards – Face Cards: Οι Φιγούρες (Βαλές, Ντάμα, Ρήγας).
Playing the Board: Όταν ο καλύτερος συνδυασμός του παίκτη στο τέλος της παρτίδας σχηματίζεται από τα 5 κοινά φύλλα, τότε λέγεται ότι παίζει τα κοινά φύλλα (αγγλ. «Playing the Board»)
Pocket cards: Είναι γνωστά και ως hole cards. Πρόκειται για τα κρυφά φύλλα που παίρνει κάθε παίκτης με την έναρξη ενός γύρου.
Position – Θέση: Πού κάθεται ο παίκτης σε σχέση με το δισκίο του «ντίλερ». Καθορίζει και τη σειρά πονταρίσματος.
Pot: Το ήδη πονταρισμένο ποσό στο κέντρο του τραπεζιού, το οποίο διεκδικούν οι παίκτες που παραμένουν στο παιχνίδι.
Pot-limit: Είναι το παιχνίδι στο οποίο ο το ανώτατο όριο πονταρίσματος ανά πάσα στιγμή είναι όσο το μέγεθος του pot.
Pot odds: Πρόκειται για την αναλογία των μονάδων που υπάρχουν στο pot σε σύγκριση με τις μονάδες που χρειάζεται ο παίκτης για να κάνει call και να συνεχίσει να παίζει.
Quads: Είναι ένας άλλος όρος για το four of a kind (καρέ).
Rainbow: Όταν τα φύλλα με τα οποία ξεκινάει ο παίκτης ανήκουν όλα σε διαφορετικές φιγούρες.
Raise: Πρόκειται για την αύξηση των μονάδων του προηγούμενου πονταρίσματος από έναν παίκτη.
Rake: Το χρηματικό ποσό που εισπράττει το καζίνο/διοργανωτής από το «ποτ» (ή από τις συμμετοχές αν πρόκειται για τουρνουά) ως κέρδος για τη διοργάνωση του παιχνιδιού.
Re-buy: Χρηματικό ποσό που καταβάλει ο παίκτης για να εξαγοράσει μάρκες ενώ βρίσκεται στο παιχνίδι.
River: Το πέμπτο και τελευταίο από τα κοινά φύλλα. Ονομάζεται επίσης «fifth street».
Rock: Όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει έναν «σφιχτό» παίκτη που παίζει πολύ προσεκτικά.
Royal flush: Το καλύτερο φύλλο στο πόκερ, κέντα σε χρώμα με τον Άσσο για πρώτο φύλλο:
Satelitte: Πρόκειται για ένα τουρνουά με σχετικά μικρό buy-in, το οποίο αποτελεί ουσιαστικά τον «προκριματικό» για τη συμμετοχή σε ένα μεγαλύτερο τουρνουά.
Semi-bluff: Πρόκειται για «μισή μπλόφα», μία μπλόφα που γίνεται όταν τα φύλλα που έχει στο χέρι του ο παίκτης υπάρχει η πιθανότητα να δώσουν έναν νικηφόρο συνδυασμό, αν η μπλόφα αυτή καθεαυτή δεν είναι επιτυχημένη.
Second Pair: Όταν ένας παίκτης χρησιμοποιεί το δεύτερο μεγαλύτερο από τα κοινά φύλλα και ένα δικό του για να κάνει ένα ζεύγος.
Set: Τρία ίδια φύλλα, με το συνδυασμό να αποτελείται από δύο φύλλα που έχει στα χέρια του ο παίκτης και από ένα κοινό φύλλο, που βρίσκεται πάνω στο τραπέζι.
Short stack: Είναι ο παίκτης ο οποίος έχει απομείνει με τις λιγότερες μάρκες, είτε σε ένα τραπέζι, είτε σε ένα τουρνουά.
Showdown: Όταν οι παίκτες αποκαλύπτουν τα φύλλα τους, μετά τον τελευταίο γύρο των πονταρισμάτων.
Side pot: Είναι διαφορετικό από το κύριο pot. Αν ένας ή περισσότεροι παίκτες κάνουν all-in, μόνο αυτοί συμμετέχουν στο κύριο pot. Το side pot δημιουργείται από τις μάρκες που ποντάρουν οι υπόλοιποι παίκτες.
Sit-and-go: Πρόκειται για ένα τουρνουά το οποίο ξεκινά οποιαδήποτε στιγμή συμπληρωθεί ένας προκαθορισμένος αριθμός παικτών.
Slow play: Είναι η τακτική που ακολουθεί ένας παίκτης, όταν παίζει προσεκτικά αν και έχει καλό φύλλο. Στόχος του είναι να γεμίσει το pot με όσο το δυνατόν περισσότερες μάρκες.
Small Blind: Το ποσό που πρέπει να ποντάρει ο παίκτης που βρίσκεται μία θέση αριστερά του «ντίλερ».
Speed Limit: Δύο πεντάρια
Split pot: Όταν δύο οι περισσότεροι παίκτες έχουν το ίδιο φύλλο και μοιράζονται το pot.
Stack: Στοίβα με μάρκες. Ο όρος αναφέρεται στο σύνολο των μαρκών που έχει ο παίκτης.
Steel Wheel: Το straight flush στο πέντε. («Wheel»: κέντα στο πέντε). Παράδειγμα:
Straddle: Πρόκειται για προαιρετικό τυφλό ποντάρισμα του παίκτη που κάθεται αριστερά του big blind (στη θέση under the gun) πριν δει τα φύλλα του, «αγοράζοντας» το δικαίωμα του τελευταίου πονταρίσματος πριν το φλοπ. Κανόνας που εφαρμόζεται σε κάποια καζίνο και είναι στην ευχέρεια των παικτών να τον εφαρμόσουν εάν το επιθυμούν, δεν συναντάται όμως στο ίντερνετ.
Straight – Κέντα: Η κέντα αποτελείται από πέντε φύλλα δύο ή περισσότερων σχηματισμών στη σειρά.
Straight Flush: Το straight flush είναι ο δυνατότερος συνδυασμός και αποτελείται από πέντε φύλλα στη σειρά του ίδιου χρώματος και σχηματισμού:
. Όταν τελειώνει στον άσσο λέγεται Royal Flush.
String bet: Όταν ένας παίκτης τοποθετεί το ποντάρισμά του στο τραπέζι με ασταθή κίνηση ή με πολλές κινήσεις. Ο dealer δεν επιτρέπει τα string bets, καθώς ο παίκτης που τα κάνει, ενδεχομένως να επιδιώκει να μετρήσει τις αντιδράσεις των υπολοίπων και αναλόγως να αυξήσει το στοίχημά του.
Tell: Πρόκειται για την ερμηνεία των αντιδράσεων ή του τρόπου πονταρίσματος ενός παίκτη, η οποία μπορεί να «αποκαλύψει» εάν έχει καλό η κακό φύλλο. Οι καλύτεροι παίκτες του πόκερ καταφέρνουν να μην προδίδονται από τις αντιδράσεις τους, καθώς και να κατανοούν τις αντιδράσεις των υπολοίπων παικτών τους.
Three of a Kind / Trips – Τρία όμοια: Οποιαδήποτε τρία φύλλα της ίδιας αξίας συν δύο άλλα φύλλα που δεν αποτελούν ζευγάρι και δεν περιλαμβάνουν το τέταρτο φύλλο της ίδιας αξίας.
– Τρεις Ρηγάδες
Tight: Ο παίκτης που δεν συμμετέχει σε πολλές παρτίδες, αλλά περιμένει να παίξει όταν έχει πολύ καλό φύλλο.
Tilt: Όταν μετά από μία σειρά κακών αποτελεσμάτων, ένας παίκτης συνεχίζει να παίζει απερίσκεπτα, λέγεται ότι βρίσκεται «on tilt». Προφανώς ο όρος προέρχεται από τα φλιπεράκια.
Time: Όταν ένας παίκτης ζητά περισσότερο χρόνο προκειμένου να σκεφθεί. Αυτό το κάνει προκειμένου να αποφύγει το ενδεχόμενο να χάσει τη σειρά του.
Top-pair: Είναι το ζευγάρι που δημιουργείται με το μεγαλύτερης αξίας φύλλο που βρίσκεται πάνω στο τραπέζι.
Trips: Όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει το three of a kind.
Treys: Δύο τριάρια
Turn: Πρόκειται για το γύρο που ανοίγει το τέταρτο κοινό φύλλο
Two Pair – Δύο Ζευγάρια: Βρίσκεται μετά από τα τρία όμοια στην κατάταξη, αποτελείται από δύο φύλλα της ίδιας αξίας, δύο φύλλα άλλης αξίας και ένα οποιοδήποτε πέμπτο φύλλο και παίρνει την ονομασία του από το υψηλότερο από τα δύο ζευγάρια. Οπότε,
– θα είναι: Ζευγάρια στην Ντάμα / “Queens up.”
Under the gun: Η θέση αριστερά του big blind. Είναι ο παίκτης που έχει δικαίωμα δράσης πρώτος, αφού μοιραστούν τα κοινά φύλλα. Σε ελέυθερη μετάφραση, ο αγγλικός όρος σημαίνει “με το πιστόλι στον κρόταφο” και συμβολίζει την πίεση που δέχεται ο παίκτης στην θέση αυτή, αφού καλείται να αποφασίσει την δράση του χωρίς να έχει καμία απολύτως πληροφορία.
Up Card: Φύλλο που μοιράζεται ανοιχτό/κοινό.
Walking Sticks: Δύο εφτάρια